Η γνώση βασικών αρχών παροχής αναζωογόνησης σε ενήλικες και παιδιά σε περίπτωση ανακοπής έχει καταστεί πλέον στο δυτικό κόσμο, μέρος της διαδικασίας της βασικής εκπαίδευσης.
Η αναγνώριση των κλινικών σημείων ανακοπής και η παροχή βοήθειας εγκαίρως βελτιώνει τις πιθανότητες του βαρέως πάσχοντος ασθενούς να φτάσει σε κέντρο όπου μπορεί να παρασχεθεί εξειδικευμένη βοήθεια και κατ’ επέκταση μειώνει τις όψιμες επιπλοκές. Εφαρμόζοντας τις βασικές τεχνικές που περιγράφονται παρακάτω, ένας μη ειδικός, πολίτης/διασώστης, μπορεί να υποστηρίξει τις ζωτικές αναπνευστικές και κυκλοφορικές λειτουργίες ενός ατόμου σε ανακοπή χωρίς να διαθέτει ειδικό εξοπλισμό.
Ξεκινώντας θα πρέπει να γίνει κατανοητό πως το παιδί δεν είναι ένας μικρός ενήλικας και δε θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως τέτοιος. Υπάρχουν σημαντικές διαφορές στη φυσιολογία του παιδιού καθώς κατ’ επέκταση και στα αίτια που προκαλούν ανακοπή στους μικρούς ασθενείς ώστε να κρίνεται αναγκαία η διαμόρφωση ειδικών πρωτοκόλλων ΚΑΡΠΑ ( = ΚΑΡδιοΠνευμονική Αναζωογόνηση) προσαρμοσμένων στην βρεφική και παιδική ηλικία. Η ανάλυση της διαφορετικής φυσιολογίας και παθοφυσιολογίας ξεπερνά τους στόχους αυτού του κειμένου. Ωστόσο δύο βασικές αρχές χρήσιμες για την κατανόηση των τεχνικών που θα περιγραφούν είναι οι εξής:
- τα παιδιά αδρά διαχωρίζονται σε βρέφη (κάτω του έτους), σε παιδιά (από ενός έτους έως την αρχή της εφηβίας) και τέλος σε εφήβους (έχουν ίδια αντιμετώπιση με τους ενήλικες). Ο διασώστης παρέχει βοήθεια βάσει της εκτίμησης του όσον αφορά την ηλικία του ασθενούς. Εάν μοιάζει με παιδί μικρότερο των 12 περίπου ετών, αντιμετωπίζεται ως παιδί.
- η καρδιακή ανακοπή σε βρέφη και παιδιά σπάνια οφείλεται σε πρωτογενή καρδιακή νόσο. Αντιθέτως στις περισσότερες περιπτώσεις είναι το αποτέλεσμα υποξίας λόγω ανεπάρκειας του αναπνευστικού (περιγεννητική ασφυξία, εισρόφηση ξένου σώματος, βρογχιολίτιδα, άσθμα κτλ).